Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2018

ΠΩΣ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ







Γράφει ο Νίκος Σουβατζής 




       Ας υποθέσουμε ότι γνωρίζεις μια μεγάλη απογοήτευση, ότι περνάς μια μεγάλη στεναχώρια, ότι γεύεσαι μια μεγάλη πίκρα και όλα αυτά έρχονται να προστεθούν σε αμέτρητες άλλες απογοητεύσεις, στεναχώριες και πίκρες. Ας υποθέσουμε ότι έχεις και μια ευαισθησία παραπάνω. Ας υποθέσουμε, επίσης, ότι έχεις και μια κλίση στον γραπτό λόγο. Πριν ακόμα βάλεις τις σκέψεις σου σε μια σειρά, ένας στεναγμός βγαίνει απ’ τα χείλη σου. Αρχίζουν να σχηματίζονται στο μυαλό σου οι πρώτες λέξεις. Οι λέξεις σχηματίζουν έναν στίχο και οι στίχοι ένα ποίημα. Το γράφεις σε ένα χαρτί και τότε ένα μικρό, έστω, μέρος απ’ το βάρος που σου πλακώνει το στήθος φεύγει από πάνω σου. Επικοινωνείς με τους άλλους, αλλά είναι σαν να χρησιμοποιείς έναν κώδικα που δεν γνωρίζουν όλοι. Μέσα απ’ τους στίχους σου μεταφέρεις συναισθήματα. Όσοι προσπαθήσουν να ερμηνεύσουν το ποίημά σου σαν να ήταν ένα δοκίμιο, για παράδειγμα, θα αποτύχουν γιατί χάνουν την ουσία. Για να το καταλάβουν πρέπει να έχουν την ίδια ευαισθησία με σένα. Να μπορούν να νιώσουν. Θλίψη, πόνο, όλα αυτά τα συναισθήματα που σε εμπνέουν.

       Κάπως έτσι θα περιέγραφα σε αδρές γραμμές τη γέννηση ενός ποιήματος. Το παρόν κείμενο είναι προσωπικό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν αφορά και άλλους ανθρώπους, διαφορετικά δεν θα είχε λόγο ύπαρξης. Όπως επίσης δεν σημαίνει ότι τα συναισθήματα που αποτελούν πηγή έμπνευσης προέρχονται μόνο από γεγονότα που αφορούν άμεσα στη ζωή του γράφοντα. Άλλωστε η ποίηση που θέτει στο κέντρο του σύμπαντος τον ποιητή και τις υπαρξιακές του αγωνίες δεν μ’ ενδιαφέρει, ούτε με αφορά. Στον δικό μου ποητικό κόσμο πρωταγωνιστούν οι άνθρωποι που αγωνίζονται για τη ζωή και το δίκιο. Και όπως προανέφερα, για να καταλάβει κανείς την ποίηση δεν χρειάζεται ούτε ιδιαίτερη μόρφωση, ούτε πολύ υψηλή νοημοσύνη. Το μόνο που χρειάζεται είναι ευαισθησία. Αν δεν την έχει είναι σαν να προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει τον δίσκο της Φαιστού. Τόσο απλά είναι τα πράγματα και ταυτόχρονα τόσο δύσκολα. Γιατί ενώ υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να γραφτεί ποίηση, ζούμε σε μια αντιποιητική εποχή. Στην πραγματικότητα όμως όλες οι εποχές είναι αντιποιητικές. Πιστεύω όμως ακράδαντα ότι «Κάποτε θα αποδίδουμε δικαιοσύνη μ’ ένα άστρο ή μ’ ένα γιασεμί, σαν ένα τραγούδι που καθώς βρέχει παίρνει το μέρος των φτωχών».

       Υ.Γ.: Οι στίχοι εντός των εισαγωγικών είναι του Τάσου Λειβαδίτη. 






ΠΩΣ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ







Γράφει ο Νίκος Σουβατζής 




       Ας υποθέσουμε ότι γνωρίζεις μια μεγάλη απογοήτευση, ότι περνάς μια μεγάλη στεναχώρια, ότι γεύεσαι μια μεγάλη πίκρα και όλα αυτά έρχονται να προστεθούν σε αμέτρητες άλλες απογοητεύσεις, στεναχώριες και πίκρες. Ας υποθέσουμε ότι έχεις και μια ευαισθησία παραπάνω. Ας υποθέσουμε, επίσης, ότι έχεις και μια κλίση στον γραπτό λόγο. Πριν ακόμα βάλεις τις σκέψεις σου σε μια σειρά, ένας στεναγμός βγαίνει απ’ τα χείλη σου. Αρχίζουν να σχηματίζονται στο μυαλό σου οι πρώτες λέξεις. Οι λέξεις σχηματίζουν έναν στίχο και οι στίχοι ένα ποίημα. Το γράφεις σε ένα χαρτί και τότε ένα μικρό, έστω, μέρος απ’ το βάρος που σου πλακώνει το στήθος φεύγει από πάνω σου. Επικοινωνείς με τους άλλους, αλλά είναι σαν να χρησιμοποιείς έναν κώδικα που δεν γνωρίζουν όλοι. Μέσα απ’ τους στίχους σου μεταφέρεις συναισθήματα. Όσοι προσπαθήσουν να ερμηνεύσουν το ποίημά σου σαν να ήταν ένα δοκίμιο, για παράδειγμα, θα αποτύχουν γιατί χάνουν την ουσία. Για να το καταλάβουν πρέπει να έχουν την ίδια ευαισθησία με σένα. Να μπορούν να νιώσουν. Θλίψη, πόνο, όλα αυτά τα συναισθήματα που σε εμπνέουν.

       Κάπως έτσι θα περιέγραφα σε αδρές γραμμές τη γέννηση ενός ποιήματος. Το παρόν κείμενο είναι προσωπικό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν αφορά και άλλους ανθρώπους, διαφορετικά δεν θα είχε λόγο ύπαρξης. Όπως επίσης δεν σημαίνει ότι τα συναισθήματα που αποτελούν πηγή έμπνευσης προέρχονται μόνο από γεγονότα που αφορούν άμεσα στη ζωή του γράφοντα. Άλλωστε η ποίηση που θέτει στο κέντρο του σύμπαντος τον ποιητή και τις υπαρξιακές του αγωνίες δεν μ’ ενδιαφέρει, ούτε με αφορά. Στον δικό μου ποητικό κόσμο πρωταγωνιστούν οι άνθρωποι που αγωνίζονται για τη ζωή και το δίκιο. Και όπως προανέφερα, για να καταλάβει κανείς την ποίηση δεν χρειάζεται ούτε ιδιαίτερη μόρφωση, ούτε πολύ υψηλή νοημοσύνη. Το μόνο που χρειάζεται είναι ευαισθησία. Αν δεν την έχει είναι σαν να προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει τον δίσκο της Φαιστού. Τόσο απλά είναι τα πράγματα και ταυτόχρονα τόσο δύσκολα. Γιατί ενώ υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να γραφτεί ποίηση, ζούμε σε μια αντιποιητική εποχή. Στην πραγματικότητα όμως όλες οι εποχές είναι αντιποιητικές. Πιστεύω όμως ακράδαντα ότι «Κάποτε θα αποδίδουμε δικαιοσύνη μ’ ένα άστρο ή μ’ ένα γιασεμί, σαν ένα τραγούδι που καθώς βρέχει παίρνει το μέρος των φτωχών».

       Υ.Γ.: Οι στίχοι εντός των εισαγωγικών είναι του Τάσου Λειβαδίτη. 






Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 2018

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΗ"









       Το περιοδικό "Διαπίστωση" κυκλοφόρησε στις αρχές της δεκαετίας του '70. Εκδότρια του περιοδικού ήταν η Σοφία-Ρόζα Βεργή. Διευθυντής ήταν ο Στέφανος Μπεκατώρος. Συνεργάτες του περιοδικού ήταν μεταξύ άλλων και οι: Βασίλης Καραπλής, Γιώργος Κουτρούλης, Λάκης Κουρετζής, Θανάσης Θ. Νιάρχος, Ντέπυ Νικολοπούλου, Κώστας Γ. Παπαγεωργίου, Αντώνης Θ. Παπαδόπουλος. 
       Το περιοδικό "Διαπίστωση" δημοσίευε ελάχιστα ποιήματα, καθώς ο κύριος όγκος της ύλης του ήταν λογοτεχνικά δοκίμια. 
       Παρακάτω παραθέτουμε το μοναδικό ποίημα, που ανακαλύψαμε. (Σημ.: Δεν υπάρχει καμιά πληροφορία για το περιοδικό στο διαδίκτυο.) 


Ο Μήλιος 

Ρεμπέτη ασκέρη. 
Έτσι τον λέγανε στις γειτονιές και στις αυλές 
τον ασικλή το Μήλιο. 
Τη λιγδωμένη την τραγιάσκα του 
την ανασήκωνε στραβά 
κι ώρες εχάζευε στον ήλιο. 

Διάρα δεν έδινε για τίποτα. 
Γόπα, αλητεία, ρεμπελιό 
και πως να δει χαΐρι. 
Και στις αυλές 
κυράτσες, γέροι και παιδιά 
τον είχαν όλοι στο σιχτίρι. 

Ρεμπέτη ασκέρη. 
Έτσι τον λέγανε στις γειτονιές και στις αυλές 
Τον ασικλή το Μήλιο. 
Μα σ' ένα τοίχο σα τον στήσανε 
με την τραγιάσκα αναγυρτή 
το αίμα του άγγιξε τον ήλιο. 

Κώστας Βεράνης 

Σημείωμα "Διαπίστωσης": Ο Κώστας Βεράνης εκτελέστηκε σε ηλικία περίπου 25 χρόνων, από τους Γερμανούς στην Κατοχή, γιατί είχε αναπτύξει αντιστασιακή δράση. Το ποίημα που δημοσιεύεται εδώ, καθώς μας είπε εκείνος που το παραχώρησε, είναι γραμμένο στη φυλακή. 




ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΗ"









       Το περιοδικό "Διαπίστωση" κυκλοφόρησε στις αρχές της δεκαετίας του '70. Εκδότρια του περιοδικού ήταν η Σοφία-Ρόζα Βεργή. Διευθυντής ήταν ο Στέφανος Μπεκατώρος. Συνεργάτες του περιοδικού ήταν μεταξύ άλλων και οι: Βασίλης Καραπλής, Γιώργος Κουτρούλης, Λάκης Κουρετζής, Θανάσης Θ. Νιάρχος, Ντέπυ Νικολοπούλου, Κώστας Γ. Παπαγεωργίου, Αντώνης Θ. Παπαδόπουλος. 
       Το περιοδικό "Διαπίστωση" δημοσίευε ελάχιστα ποιήματα, καθώς ο κύριος όγκος της ύλης του ήταν λογοτεχνικά δοκίμια. 
       Παρακάτω παραθέτουμε το μοναδικό ποίημα, που ανακαλύψαμε. (Σημ.: Δεν υπάρχει καμιά πληροφορία για το περιοδικό στο διαδίκτυο.) 


Ο Μήλιος 

Ρεμπέτη ασκέρη. 
Έτσι τον λέγανε στις γειτονιές και στις αυλές 
τον ασικλή το Μήλιο. 
Τη λιγδωμένη την τραγιάσκα του 
την ανασήκωνε στραβά 
κι ώρες εχάζευε στον ήλιο. 

Διάρα δεν έδινε για τίποτα. 
Γόπα, αλητεία, ρεμπελιό 
και πως να δει χαΐρι. 
Και στις αυλές 
κυράτσες, γέροι και παιδιά 
τον είχαν όλοι στο σιχτίρι. 

Ρεμπέτη ασκέρη. 
Έτσι τον λέγανε στις γειτονιές και στις αυλές 
Τον ασικλή το Μήλιο. 
Μα σ' ένα τοίχο σα τον στήσανε 
με την τραγιάσκα αναγυρτή 
το αίμα του άγγιξε τον ήλιο. 

Κώστας Βεράνης 

Σημείωμα "Διαπίστωσης": Ο Κώστας Βεράνης εκτελέστηκε σε ηλικία περίπου 25 χρόνων, από τους Γερμανούς στην Κατοχή, γιατί είχε αναπτύξει αντιστασιακή δράση. Το ποίημα που δημοσιεύεται εδώ, καθώς μας είπε εκείνος που το παραχώρησε, είναι γραμμένο στη φυλακή. 




Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2018

ΟΨΕΙΣ ΤΟΥ Χ.Φ. ΛΑΒΚΡΑΦΤ: ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΙΤΛΕΡ ΚΑΙ ΤΟ ΕΒΡΑΪΚΟ ΖΗΤΗΜΑ









Γράφει ο Ειρηναίος Μαράκης
  

       Ο Χ.Φ. Λάβκραφτ (1890-1937), γνωστός κι αγαπημένος Αμερικάνος συγγραφέας (τουλάχιστον για τους φίλους του κοσμικού τρόμου, των ιστοριών φρίκης και της Επιστημονικής Φαντασίας στη Λογοτεχνία και τον Κινηματογράφο), σχετικά άγνωστος σε όλους τους υπόλοιπους (ή τουλάχιστον ανάμεσα σε αυτούς που ακόμα και σήμερα διαχωρίζουν την τέχνη της συγγραφής σε Λογοτεχνία και Παραλογοτεχνία), παρέδωσε στο κοινό –έστω και εκούσια– ένα τεράστιο απόθεμα επιστολών που αναδεικνύουν τόσο τη σπουδαιότητα της προσωπικότητα του, όσο και την αντιφατικότητα πολλών ιδεών και θέσεων που έκφραζε ως συγγραφέας και άνθρωπος.
       Ο Χ.Φ. Λάβκραφτ ήταν μια πραγματικά ενδιαφέρουσα προσωπικότητα, με πολλές γνώσεις και για αυτό θα αρκούσε το λογοτεχνικό του έργο ώστε να πιστοποιήσει και να αναδείξει αυτό το στοιχείο. Οι επιστολές όμως του Λάβκραφτ, που τολμώ να πω αποτελούσε ένα είδος κοσμοκαλόγερου, δεν είναι απλά ένα συμπλήρωμα του έργου του αλλά μάλλον το μεγαλύτερο έργο του που αναδεικνύει και αποδεικνύει παράλληλα ότι δεν είναι λανθασμένη η σύνδεση του λογοτεχνικού έργου με τη ζωή του φορέα του, δηλαδή του λογοτέχνη. Όπως παρατηρεί και ο Βασίλης Καλλιπολίτηςστην Εισαγωγή του βιβλίου των Επιστολών του Λάβκραφτ (εκδ. Αίολος, Α' έκδοση, Μάιος 1997): «Αν και η σύγχρονη θεωρία της λογοτεχνίας μάς ζητά επίμονα να μη συνδέουμε τους συγγραφείς με το έργο τους, είναι φορές που τη σύνδεση τη ζητούν, την απαιτούν τα ίδια τα κείμενα».
       Από αυτή την άποψη οι επιστολές του Λάβκραφτ απαντούν στα ερωτήματα που διατυπώνονται σχετικά με τις ιδέες στο έργο του αλλά και με την στάση του σε ζητήματα ποικίλης κοινωνικής, πολιτικής, πολιτιστικής κι επιστημονικής φύσεως. Να σημειωθεί πως αποδέκτες των Επιστολών του Λάβκραφτ, οι οποίες ήταν πολυσέλιδες, ήταν συγγενικά του πρόσωπα ή πρόσωπα από τον χώρο της λογοτεχνίας και της τέχνης όπως ο Κλαρκ Άστον Σμιθ, ο Ρόμπερτ Ε. Χάουαρντ(δημιουργού του Κόναν), ο Όγκαστ Ντέρλεθ (λιγότερου έντεχνου συνεχιστή της Μυθολογίας Κθούλου), ο Ρόμπερτ Μπλοχ, ο Φρανκ Μπέλναπ Λονγκ κ.α., όπου ο συγγραφέας εκθέτει τις πηγές της έμπνευσης του, τις ιδέες ή τους προβληματισμούς του. Οι Επιστολές του μεταξύ άλλων αναδεικνύουν ότι παρόλο την υπαρκτή του απομόνωση (ζούσε στην πατρογονική εστία, ταξίδεψε ελάχιστα) είχε γνώση, άποψη και εποπτεία για καθετί της εποχής του από την πολιτική μέχρι τον κινηματογράφο.
       Στη σειρά των άρθρων που εγκαινιάζουμε σήμερα κάτω από τον γενικό τίτλο «Όψεις του Λάβκραφτ» θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε τον... άγνωστο Λάβκραφτ, ξεκινώντας με τις απόψεις του σχετικά με τον Χίτλερ, το εβραϊκό ζήτημα και για το κοινωνικό χρέος της πολιτείας μέσω των Επιστολών του. Όπως γράφει πάλι ο Βασίλης Καλλιπολίτης ο Λάβκραφτ ήταν: «Χρεοκοπημένος αριστοκράτης και χρεοκοπημένος οργανισμός, αυθεντικός λάτρης της Νέας Αγγλίας, την οποία αδυνατεί να ζήσει στην πράξη και ταυτόχρονα να μεταφέρει ρεαλιστικά στο τυπωμένο χαρτί, εχθρός της πραγματικότητας και ταυτόχρονα αβέβαιος για την ικανότητα των δημιουργημάτων του να τη διαβρώσουν τόσο ώστε να μπορεί να την αφομοιώσει με το δικό του τρόπο, όπως τα νεογνά αφομοιώνουν τη μασημένη τροφή, την τυλίγει μ' έναν ιστό έμμεσου ελέγχου, αποτελούμενο από μιαν άπειρη σειρά χάρτινων σελίδων αλληλογραφίας, μολυσμένων από το γραφικό του χαρακτήρα. [...] Άθεος και μηδενιστής από πολύ μικρός, ο Λάβκραφ ανατρέχει στις Απαρχές μας, που δεν έχουν καμιά σχέση με οποιαδήποτε θεότητα. [...]
       Η απομόνωση του στα παιδικά του χρόνια, εξαιτίας του ασθενικού του οργανισμού αλλά και της πρώιμης εγκεφαλικότητας του, τον σπρώχνουν να μεταθέσει -με μια κίνηση που θα τον κατατάξει αναπότρεπτα στο χώρο της ελάσσονος λογοτεχνίας- τον εκ των πραγμάτων κοινωνικό αποκλεισμό του στη φαντασίωση της ηθελημένης απόρριψης του παρόντος. Η φυγή στο παρελθόν [...] η αυτάρεσκη καταδίκη της Αμερικάνικης Επανάστασης και της Ανακήρυξης της Ανεξαρτησίας [...] είναι το πρώτο βήμα. Το δεύτερο είναι η απέχθεια προς οτιδήποτε σύγχρονο έρχεται να αντιπαρατεθεί σ' αυτές τις φαντασιώσεις. Η απέχθεια προς το δημοκρατικό παρόν και, κυρίως, προς την πολυχρωμία που το διακρίνει. [...] Και από τις ολιγαρχικές πολιτικές πεποιθήσεις φθάνει έτσι -αν και δεν είναι υποχρεωτικό, ας το προσέξουμε- στο ρατσισμό».
Ενώ αλλού σημειώνεται  πως «πρέπει να αναφέρουμε ότι η πολιτική του σκέψη σημείωνε συνεχή εξέλιξη και ότι από τον έντονο ρατσισμό και φασισμό των πρώτων του χρόνων ο Λάβκραφτ σιγά-σιγά οδηγήθηκε, κυρίως από τη ρεαλιστική ανάλυση των συνθηκών που δημιούργησε το Μεγάλο Κραχ του 1929, σε μια σχεδόν σοσιαλιστική προσέγγιση της κοινωνικής πραγματικότητας της δεκαετίας του '30. Η φασίζουσα ιδεολογία των πρώτων σαράντα χρόνων του αποδεικνύεται περισσότερο στάση που προέρχεται από μια ιδεολογικοποίηση και μεταφορά στο επίπεδο του καλλιτεχνικού της αντίστασης στην ίδια του την οικονομική και κοινωνική περιθωριοποίηση».
       Αυτή η εξέλιξη βέβαια ποτέ δεν κατάφερε να ξεφύγει από τα ρατσιστικά πρότυπα –στο απόσπασμα που ακολουθεί ο Λάβκραφτ δικαιολογεί τον διωγμό των Εβραίων αλλά αρνείται στην βίαιη εφαρμογή του από τον Χίτλερ και τους Ναζί– ενώ η ρεαλιστική ανάλυση των προβλημάτων του Μεγάλου Κραχ και η αποδοχή των πολιτικών του New Deal θα λέγαμε πως δεν αποτελεί μια «σχεδόν σοσιαλιστική προσέγγιση της κοινωνικής πραγματικότητας της δεκαετίας του '30» αλλά ήταν μάλλον ένας συμβιβασμός, συντηρητικής βάσης ασφαλώς, των ρομαντικών ιδεών του συγγραφέα με την αμείλικτη κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα της εποχής. Έτσι κι αλλιώς η εποχή του New Deal στις ΗΠΑ σήμανε από τη μία την προσπάθεια του κράτους, του τραπεζιτικού συστήματος και των καπιταλιστικών επιχειρήσεων να ξεφύγουν από την κρίση τους και από την άλλη την ανάπτυξη ενός δυναμικού και μαχητικού εργατικού κινήματος ενάντια στην οικονομική εξαθλίωση αλλά και στον φυλετικό ρατσισμό που καταδιώχτηκε και κυνηγήθηκε με πρωτόγνωρη ένταση και βαρβαρότητα από την επίσημη πολιτεία, βάζοντας τις βάσεις για την μεταπολεμική μακαρθική κανονικότητα.



Οι Ναζί και το Εβραϊκό ζήτημα

       Γράφει, λοιπόν, ο Λάβκραφτ στην επιστολή Νο 96, που απευθύνει στον Τζ. Βέρνον Σι με ημερομηνία 29 Μαΐου 1933 (στην ελληνική έκδοση των Επιστολών και Νο 621 στην αμερικάνικη πεντάτομη έκδοση): «Όσο για τους Ναζί δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι άξεστοι, ωστόσο από πολλές απόψεις ο αντικειμενικός αναλυτής δεν μπορεί να μην αισθανθεί κάποια συμπάθεια για μερικές φάσεις των θέσεών τους. Αγωνίζονται με τον αφελή & στενό τρόπο τους, εναντίον μιας εξαπλωμένης & ύπουλης διάθεσης των τελευταίων χρόνων που οπωσδήποτε προδικάζει την πιθανή παρακμή του δυτικού κόσμου & δεν μπορεί κανείς να αμφισβητήσει την πρόθεση, όσο απαίσιες και επικίνδυνες μπορεί να φαίνονται μερικές από τις μεθόδους τους. [...] Όσο για την πολύ-διαφημιζόμενη & υστερικά καταδικαζόμενη Εβραϊκή πολιτική τους- τουλάχιστον για μία φάση της θα μπορούσαν να ειπωθούνε πολλά θετικά. Φυσικά είναι γελοίο να απαγορεύονται τα Εβραϊκά βιβλία, να επιβάλλονται περιορισμοί στους Εβραίους που έχουν Γερμανική κουλτούρα ή να θεωρείται ότι -από βιολογική άποψη- μια σταγόνα Σημιτικού αίματος καθιστά κάποιον ακατάλληλο για την Άρεια υπηκοότητα. [...] Φυσικά αυτό δε σημαίνει ότι πρέπει να αντιγραφούν οι χοντράδες του Χιτλερισμού».
Σε άλλη επιστολή, στον Φρανκ Μπέλναπ Λονγκ (σελ. 131 της ελληνικής έκδοσης) και σχετικά με τους Εβραίους τονίζει ότι: «Γι' αυτό και λέω ότι, ενώ είναι εξαιρετικά επιθυμητή η διατήρηση των καλών Εβραϊκών στοιχείων μέσω της πολύ σταδιακής απορρόφησης τους από το σώμα των Αρείων που δεσπόζει στην κοινωνία, είναι απολύτως αναγκαίο να συνοδευθεί αυτή η διάσωση από μια ολική εξάλειψη των παραδόσεων των νεοφερμένων. Πρέπει να υποστούν μια πλήρη διανοητική και αισθητική αμνησία και όταν ενωθούν μαζί μας, να ενωθούν ως Άρειοι. Όσο για τη Σημιτική κουλτούρα -υπό την απόλυτη έννοια δεν προσήκει σ' εμάς να εκφρασθούμε ούτε υπέρ ούτε κατά της. Δεν αισθανόμαστε τις παρορμήσεις της και δε θα μπορέσουμε ποτέ να κατανοήσουμε τη βαθύτερη ουσία της. [...] Ενώ πιο κάτω παρατηρεί ότι υπάρχουν «δύο Εβραϊκά προβλήματα στην Αμερική –το εθνικό  και το πολιτιστικό, που πρέπει να αντιμετωπισθεί με τη σταθερή αντίσταση σε όλες εκείνες τις δηλητηριώδεις ιδέες τις οποίες εκτρέφουν οι παρασιτικές υποταγμένες φυλές [..]»
(συνεχίζεται)




ΟΨΕΙΣ ΤΟΥ Χ.Φ. ΛΑΒΚΡΑΦΤ: ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΙΤΛΕΡ ΚΑΙ ΤΟ ΕΒΡΑΪΚΟ ΖΗΤΗΜΑ









Γράφει ο Ειρηναίος Μαράκης
  

       Ο Χ.Φ. Λάβκραφτ (1890-1937), γνωστός κι αγαπημένος Αμερικάνος συγγραφέας (τουλάχιστον για τους φίλους του κοσμικού τρόμου, των ιστοριών φρίκης και της Επιστημονικής Φαντασίας στη Λογοτεχνία και τον Κινηματογράφο), σχετικά άγνωστος σε όλους τους υπόλοιπους (ή τουλάχιστον ανάμεσα σε αυτούς που ακόμα και σήμερα διαχωρίζουν την τέχνη της συγγραφής σε Λογοτεχνία και Παραλογοτεχνία), παρέδωσε στο κοινό –έστω και εκούσια– ένα τεράστιο απόθεμα επιστολών που αναδεικνύουν τόσο τη σπουδαιότητα της προσωπικότητα του, όσο και την αντιφατικότητα πολλών ιδεών και θέσεων που έκφραζε ως συγγραφέας και άνθρωπος.
       Ο Χ.Φ. Λάβκραφτ ήταν μια πραγματικά ενδιαφέρουσα προσωπικότητα, με πολλές γνώσεις και για αυτό θα αρκούσε το λογοτεχνικό του έργο ώστε να πιστοποιήσει και να αναδείξει αυτό το στοιχείο. Οι επιστολές όμως του Λάβκραφτ, που τολμώ να πω αποτελούσε ένα είδος κοσμοκαλόγερου, δεν είναι απλά ένα συμπλήρωμα του έργου του αλλά μάλλον το μεγαλύτερο έργο του που αναδεικνύει και αποδεικνύει παράλληλα ότι δεν είναι λανθασμένη η σύνδεση του λογοτεχνικού έργου με τη ζωή του φορέα του, δηλαδή του λογοτέχνη. Όπως παρατηρεί και ο Βασίλης Καλλιπολίτης στην Εισαγωγή του βιβλίου των Επιστολών του Λάβκραφτ (εκδ. Αίολος, Α' έκδοση, Μάιος 1997): «Αν και η σύγχρονη θεωρία της λογοτεχνίας μάς ζητά επίμονα να μη συνδέουμε τους συγγραφείς με το έργο τους, είναι φορές που τη σύνδεση τη ζητούν, την απαιτούν τα ίδια τα κείμενα».
       Από αυτή την άποψη οι επιστολές του Λάβκραφτ απαντούν στα ερωτήματα που διατυπώνονται σχετικά με τις ιδέες στο έργο του αλλά και με την στάση του σε ζητήματα ποικίλης κοινωνικής, πολιτικής, πολιτιστικής κι επιστημονικής φύσεως. Να σημειωθεί πως αποδέκτες των Επιστολών του Λάβκραφτ, οι οποίες ήταν πολυσέλιδες, ήταν συγγενικά του πρόσωπα ή πρόσωπα από τον χώρο της λογοτεχνίας και της τέχνης όπως ο Κλαρκ Άστον Σμιθ, ο Ρόμπερτ Ε. Χάουαρντ (δημιουργού του Κόναν), ο Όγκαστ Ντέρλεθ (λιγότερου έντεχνου συνεχιστή της Μυθολογίας Κθούλου), ο Ρόμπερτ Μπλοχ, ο Φρανκ Μπέλναπ Λονγκ κ.α., όπου ο συγγραφέας εκθέτει τις πηγές της έμπνευσης του, τις ιδέες ή τους προβληματισμούς του. Οι Επιστολές του μεταξύ άλλων αναδεικνύουν ότι παρόλο την υπαρκτή του απομόνωση (ζούσε στην πατρογονική εστία, ταξίδεψε ελάχιστα) είχε γνώση, άποψη και εποπτεία για καθετί της εποχής του από την πολιτική μέχρι τον κινηματογράφο.
       Στη σειρά των άρθρων που εγκαινιάζουμε σήμερα κάτω από τον γενικό τίτλο «Όψεις του Λάβκραφτ» θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε τον... άγνωστο Λάβκραφτ, ξεκινώντας με τις απόψεις του σχετικά με τον Χίτλερ, το εβραϊκό ζήτημα και για το κοινωνικό χρέος της πολιτείας μέσω των Επιστολών του. Όπως γράφει πάλι ο Βασίλης Καλλιπολίτης ο Λάβκραφτ ήταν: «Χρεοκοπημένος αριστοκράτης και χρεοκοπημένος οργανισμός, αυθεντικός λάτρης της Νέας Αγγλίας, την οποία αδυνατεί να ζήσει στην πράξη και ταυτόχρονα να μεταφέρει ρεαλιστικά στο τυπωμένο χαρτί, εχθρός της πραγματικότητας και ταυτόχρονα αβέβαιος για την ικανότητα των δημιουργημάτων του να τη διαβρώσουν τόσο ώστε να μπορεί να την αφομοιώσει με το δικό του τρόπο, όπως τα νεογνά αφομοιώνουν τη μασημένη τροφή, την τυλίγει μ' έναν ιστό έμμεσου ελέγχου, αποτελούμενο από μιαν άπειρη σειρά χάρτινων σελίδων αλληλογραφίας, μολυσμένων από το γραφικό του χαρακτήρα. [...] Άθεος και μηδενιστής από πολύ μικρός, ο Λάβκραφ ανατρέχει στις Απαρχές μας, που δεν έχουν καμιά σχέση με οποιαδήποτε θεότητα. [...]
       Η απομόνωση του στα παιδικά του χρόνια, εξαιτίας του ασθενικού του οργανισμού αλλά και της πρώιμης εγκεφαλικότητας του, τον σπρώχνουν να μεταθέσει -με μια κίνηση που θα τον κατατάξει αναπότρεπτα στο χώρο της ελάσσονος λογοτεχνίας- τον εκ των πραγμάτων κοινωνικό αποκλεισμό του στη φαντασίωση της ηθελημένης απόρριψης του παρόντος. Η φυγή στο παρελθόν [...] η αυτάρεσκη καταδίκη της Αμερικάνικης Επανάστασης και της Ανακήρυξης της Ανεξαρτησίας [...] είναι το πρώτο βήμα. Το δεύτερο είναι η απέχθεια προς οτιδήποτε σύγχρονο έρχεται να αντιπαρατεθεί σ' αυτές τις φαντασιώσεις. Η απέχθεια προς το δημοκρατικό παρόν και, κυρίως, προς την πολυχρωμία που το διακρίνει. [...] Και από τις ολιγαρχικές πολιτικές πεποιθήσεις φθάνει έτσι -αν και δεν είναι υποχρεωτικό, ας το προσέξουμε- στο ρατσισμό».
Ενώ αλλού σημειώνεται  πως «πρέπει να αναφέρουμε ότι η πολιτική του σκέψη σημείωνε συνεχή εξέλιξη και ότι από τον έντονο ρατσισμό και φασισμό των πρώτων του χρόνων ο Λάβκραφτ σιγά-σιγά οδηγήθηκε, κυρίως από τη ρεαλιστική ανάλυση των συνθηκών που δημιούργησε το Μεγάλο Κραχ του 1929, σε μια σχεδόν σοσιαλιστική προσέγγιση της κοινωνικής πραγματικότητας της δεκαετίας του '30. Η φασίζουσα ιδεολογία των πρώτων σαράντα χρόνων του αποδεικνύεται περισσότερο στάση που προέρχεται από μια ιδεολογικοποίηση και μεταφορά στο επίπεδο του καλλιτεχνικού της αντίστασης στην ίδια του την οικονομική και κοινωνική περιθωριοποίηση».
       Αυτή η εξέλιξη βέβαια ποτέ δεν κατάφερε να ξεφύγει από τα ρατσιστικά πρότυπα –στο απόσπασμα που ακολουθεί ο Λάβκραφτ δικαιολογεί τον διωγμό των Εβραίων αλλά αρνείται στην βίαιη εφαρμογή του από τον Χίτλερ και τους Ναζί– ενώ η ρεαλιστική ανάλυση των προβλημάτων του Μεγάλου Κραχ και η αποδοχή των πολιτικών του New Deal θα λέγαμε πως δεν αποτελεί μια «σχεδόν σοσιαλιστική προσέγγιση της κοινωνικής πραγματικότητας της δεκαετίας του '30» αλλά ήταν μάλλον ένας συμβιβασμός, συντηρητικής βάσης ασφαλώς, των ρομαντικών ιδεών του συγγραφέα με την αμείλικτη κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα της εποχής. Έτσι κι αλλιώς η εποχή του New Deal στις ΗΠΑ σήμανε από τη μία την προσπάθεια του κράτους, του τραπεζιτικού συστήματος και των καπιταλιστικών επιχειρήσεων να ξεφύγουν από την κρίση τους και από την άλλη την ανάπτυξη ενός δυναμικού και μαχητικού εργατικού κινήματος ενάντια στην οικονομική εξαθλίωση αλλά και στον φυλετικό ρατσισμό που καταδιώχτηκε και κυνηγήθηκε με πρωτόγνωρη ένταση και βαρβαρότητα από την επίσημη πολιτεία, βάζοντας τις βάσεις για την μεταπολεμική μακαρθική κανονικότητα.



Οι Ναζί και το Εβραϊκό ζήτημα

       Γράφει, λοιπόν, ο Λάβκραφτ στην επιστολή Νο 96, που απευθύνει στον Τζ. Βέρνον Σι με ημερομηνία 29 Μαΐου 1933 (στην ελληνική έκδοση των Επιστολών και Νο 621 στην αμερικάνικη πεντάτομη έκδοση): «Όσο για τους Ναζί δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι άξεστοι, ωστόσο από πολλές απόψεις ο αντικειμενικός αναλυτής δεν μπορεί να μην αισθανθεί κάποια συμπάθεια για μερικές φάσεις των θέσεών τους. Αγωνίζονται με τον αφελή & στενό τρόπο τους, εναντίον μιας εξαπλωμένης & ύπουλης διάθεσης των τελευταίων χρόνων που οπωσδήποτε προδικάζει την πιθανή παρακμή του δυτικού κόσμου & δεν μπορεί κανείς να αμφισβητήσει την πρόθεση, όσο απαίσιες και επικίνδυνες μπορεί να φαίνονται μερικές από τις μεθόδους τους. [...] Όσο για την πολύ-διαφημιζόμενη & υστερικά καταδικαζόμενη Εβραϊκή πολιτική τους- τουλάχιστον για μία φάση της θα μπορούσαν να ειπωθούνε πολλά θετικά. Φυσικά είναι γελοίο να απαγορεύονται τα Εβραϊκά βιβλία, να επιβάλλονται περιορισμοί στους Εβραίους που έχουν Γερμανική κουλτούρα ή να θεωρείται ότι -από βιολογική άποψη- μια σταγόνα Σημιτικού αίματος καθιστά κάποιον ακατάλληλο για την Άρεια υπηκοότητα. [...] Φυσικά αυτό δε σημαίνει ότι πρέπει να αντιγραφούν οι χοντράδες του Χιτλερισμού».
Σε άλλη επιστολή, στον Φρανκ Μπέλναπ Λονγκ (σελ. 131 της ελληνικής έκδοσης) και σχετικά με τους Εβραίους τονίζει ότι: «Γι' αυτό και λέω ότι, ενώ είναι εξαιρετικά επιθυμητή η διατήρηση των καλών Εβραϊκών στοιχείων μέσω της πολύ σταδιακής απορρόφησης τους από το σώμα των Αρείων που δεσπόζει στην κοινωνία, είναι απολύτως αναγκαίο να συνοδευθεί αυτή η διάσωση από μια ολική εξάλειψη των παραδόσεων των νεοφερμένων. Πρέπει να υποστούν μια πλήρη διανοητική και αισθητική αμνησία και όταν ενωθούν μαζί μας, να ενωθούν ως Άρειοι. Όσο για τη Σημιτική κουλτούρα -υπό την απόλυτη έννοια δεν προσήκει σ' εμάς να εκφρασθούμε ούτε υπέρ ούτε κατά της. Δεν αισθανόμαστε τις παρορμήσεις της και δε θα μπορέσουμε ποτέ να κατανοήσουμε τη βαθύτερη ουσία της. [...] Ενώ πιο κάτω παρατηρεί ότι υπάρχουν «δύο Εβραϊκά προβλήματα στην Αμερική –το εθνικό  και το πολιτιστικό, που πρέπει να αντιμετωπισθεί με τη σταθερή αντίσταση σε όλες εκείνες τις δηλητηριώδεις ιδέες τις οποίες εκτρέφουν οι παρασιτικές υποταγμένες φυλές [..]»
(συνεχίζεται)