Σάββατο 25 Ιουνίου 2016

3 ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΛΒΑΝΟΥ ΠΟΙΗΤΗ ΝΤΡΙΤΕΡΟ ΑΓΚΟΛΙ



        Ο Ντριτερό Αγκόλι γεννήθηκε το 1931 στην Κορυτσά. Σπούδασε ρωσική φιλολογία στην Μόσχα. Για πολλά χρόνια διετέλεσε πρόεδρος της Αλβανικής Εταιρείας Συγγραφέων. Ποιητικές συλλογές: «Βγήκα στο δρόμο» (1958), «Μεσημέρι» (1960), «Τα βήματα μου πάνω σε άσφαλτο» (1961), «Ταξιδεύω σκεπτόμενος» (1986), «Ο αργοπορημένος προσκυνητής», (1993), «Ο ζητιάνος του χρόνου» (1995), «Έρχεται ο παράξενος άνθρωπος» (1996), «Μπαλάντα για τον πατέρα και τον εαυτό μου» (1997), «Το τετράδιο του μεσονυχτιού» (1998), «Η μακρινή καμπάνα» (1998). Έχει εκδώσει και πολλά μυθιστορήματα, μερικά από τα οποία έχουν μεταφραστεί στις κυριότερες ευρωπαϊκές γλώσσες (και στα ελληνικά). Ζει στα Τίρανα. 


Σαν τη βροχή

Περίμενε, θα ‘ρθω μια μέρα,
στην έρημο την άγρια εκεί,
σαν τη βροχή χωρίς αέρα,
δίχως βροντές και ταραχή.

Να σου δροσίσω το χορτάρι,
τη μαραμένη σου ψυχή
μα είμαι μακριά, καν’ μου μια χάρη,
δείξε λιγάκι ανοχή….


Απόδοση στην ελληνική:
Αχιλλέας Γκάρος
Ιωάννινα, Μάϊος 2016 


Στους αντιπάλους μου
 

 Πετάξατε ενάντια μου λάσπη. Μα τόση,
που πάνω στη σάρκα αισθάνομαι, λες,
μια αχλαδιά, μια συκιά μπορεί να φυτρώσει,
ή, και ένα δάσος, με δέντρα κι ελιές.

Στο δάσος κι εσείς να πάτε, μπορείτε,
για θήρα, μαζί με σκυλιά και ζαγάρια.
Στα δέντρα, ψηλά στα κλαδιά ν’ ανεβείτε,
να φάτε κυδώνια, μουριές, κουκουνάρια.

Υψώνετε η λάσπη επάνω στο σώμα,
και πράσινα δέντρα προβάλουν με χάρη.
Παιδιά, άθελά σας μου δώσατε χρώμα,
και το ‘χω για γούστο και κάργα καμάρι.


Απόδοση στην ελληνική:
Αχιλλέας Γκάρος
Ιωάννινα, Μάϊος 2016 


Γράμματα

Όταν ερωτευτήκαμε, στα χρόνια τα δικά μας,
τότε που εγώ καιγόμουνα και έλιωνα να σε δω,
αργούσανε τα γράμματα να ’ρθούνε στα χωριά μας,
περνούσε μήνας ή και δυο, να φτάσουν μέχρι εδώ.

Μα, ίσως εκεί κι ο ερωτάς έκρυβε τη ικμάδα,
τα γράμματα κρατούσανε τη φλόγα ζωντανή,
πάνω σ’ ένα ποδήλατο, μουλάρι ή μια φοράδα,
στο θέρος και στην παγωνιά, στα χιόνια, στη βροχή.

Ερωτευμένα εμείς τα δυο, στα χρόνια τα δικά μας,
κι αργούσανε τα γράμματα να φτάσουν στο χωριό,
τηλέφωνα δεν είχαμε τότε στα φτωχικά μας,
κι ούτε στα όνειρα είχαμε, τάμπλετ ή κινητό.

Παρ’ όλα αυτά καλυτέρα που δεν υπήρχαν, λέω,
τηλεφωνά, διαδίκτυα, τάμπλετ και κινητά,
λόγος που βγαίνει ανέλεγκτος σκοτώνει τον ωραίο,
τον παθιασμένο έρωτα, σε μια στιγμή κακιά.


Απόδοση στην ελληνική:
Αχιλλέας Γκάρος
Ιωάννινα, Μάϊος 2016



3 ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΛΒΑΝΟΥ ΠΟΙΗΤΗ ΝΤΡΙΤΕΡΟ ΑΓΚΟΛΙ



        Ο Ντριτερό Αγκόλι γεννήθηκε το 1931 στην Κορυτσά. Σπούδασε ρωσική φιλολογία στην Μόσχα. Για πολλά χρόνια διετέλεσε πρόεδρος της Αλβανικής Εταιρείας Συγγραφέων. Ποιητικές συλλογές: «Βγήκα στο δρόμο» (1958), «Μεσημέρι» (1960), «Τα βήματα μου πάνω σε άσφαλτο» (1961), «Ταξιδεύω σκεπτόμενος» (1986), «Ο αργοπορημένος προσκυνητής», (1993), «Ο ζητιάνος του χρόνου» (1995), «Έρχεται ο παράξενος άνθρωπος» (1996), «Μπαλάντα για τον πατέρα και τον εαυτό μου» (1997), «Το τετράδιο του μεσονυχτιού» (1998), «Η μακρινή καμπάνα» (1998). Έχει εκδώσει και πολλά μυθιστορήματα, μερικά από τα οποία έχουν μεταφραστεί στις κυριότερες ευρωπαϊκές γλώσσες (και στα ελληνικά). Ζει στα Τίρανα. 


Σαν τη βροχή

Περίμενε, θα ‘ρθω μια μέρα,
στην έρημο την άγρια εκεί,
σαν τη βροχή χωρίς αέρα,
δίχως βροντές και ταραχή.

Να σου δροσίσω το χορτάρι,
τη μαραμένη σου ψυχή
μα είμαι μακριά, καν’ μου μια χάρη,
δείξε λιγάκι ανοχή….


Απόδοση στην ελληνική:
Αχιλλέας Γκάρος
Ιωάννινα, Μάϊος 2016 


Στους αντιπάλους μου
 

 Πετάξατε ενάντια μου λάσπη. Μα τόση,
που πάνω στη σάρκα αισθάνομαι, λες,
μια αχλαδιά, μια συκιά μπορεί να φυτρώσει,
ή, και ένα δάσος, με δέντρα κι ελιές.

Στο δάσος κι εσείς να πάτε, μπορείτε,
για θήρα, μαζί με σκυλιά και ζαγάρια.
Στα δέντρα, ψηλά στα κλαδιά ν’ ανεβείτε,
να φάτε κυδώνια, μουριές, κουκουνάρια.

Υψώνετε η λάσπη επάνω στο σώμα,
και πράσινα δέντρα προβάλουν με χάρη.
Παιδιά, άθελά σας μου δώσατε χρώμα,
και το ‘χω για γούστο και κάργα καμάρι.


Απόδοση στην ελληνική:
Αχιλλέας Γκάρος
Ιωάννινα, Μάϊος 2016 


Γράμματα

Όταν ερωτευτήκαμε, στα χρόνια τα δικά μας,
τότε που εγώ καιγόμουνα και έλιωνα να σε δω,
αργούσανε τα γράμματα να ’ρθούνε στα χωριά μας,
περνούσε μήνας ή και δυο, να φτάσουν μέχρι εδώ.

Μα, ίσως εκεί κι ο ερωτάς έκρυβε τη ικμάδα,
τα γράμματα κρατούσανε τη φλόγα ζωντανή,
πάνω σ’ ένα ποδήλατο, μουλάρι ή μια φοράδα,
στο θέρος και στην παγωνιά, στα χιόνια, στη βροχή.

Ερωτευμένα εμείς τα δυο, στα χρόνια τα δικά μας,
κι αργούσανε τα γράμματα να φτάσουν στο χωριό,
τηλέφωνα δεν είχαμε τότε στα φτωχικά μας,
κι ούτε στα όνειρα είχαμε, τάμπλετ ή κινητό.

Παρ’ όλα αυτά καλυτέρα που δεν υπήρχαν, λέω,
τηλεφωνά, διαδίκτυα, τάμπλετ και κινητά,
λόγος που βγαίνει ανέλεγκτος σκοτώνει τον ωραίο,
τον παθιασμένο έρωτα, σε μια στιγμή κακιά.


Απόδοση στην ελληνική:
Αχιλλέας Γκάρος
Ιωάννινα, Μάϊος 2016